STOA CULTURA ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ: «Τριανταφυλλένη»


Σάββατο. Καθώς έκοβα τον μαϊντανό  για τη ζύμη- Θα έφτιαχνα κεφτέδες με πλιγούρι και το κάνω μούρλια- οι γείτονες αποφάσισαν, ντάλα μεσημέρι, να ακούσουν κυπριακά τραγούδια και μάλιστα, ρεμίξ. Το πόσες φορές άκουσα το « Κόρη Μηλιά», δε λέγεται. Μετά από μισή ώρα, η υπομονή μου άρχισε να με εγκαταλείπει. Δε λέω, καλό είναι να ακούμε μουσική, να μας φτιάχνει τη διάθεση αλλά, το θέμα ήταν πως η δική μου η διάθεση άρχισε να μου παραπονιέται. Καθώς καθάριζα τα κρεμμύδια, είχα αποφασίσει να βγω στο μπαλκόνι και να τους ζητήσω να χαμηλώσουν λίγο τα ντεσιμπέλ ή έστω να έκλειναν την μπαλκονόπορτα. Αμ, τι κατάσταση είναι αυτή; Όλο ντούρου ντούρου στα αυτιά μου, με ζάλισαν, φτάνει πια. Θα τους έκανα παράπονο, το είχα αποφασίσει. Δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω τη σκέψη μου κι η μουσική αμέσως χαμήλωσε. Δεν έσβησε, απλά άλλαξε κι έγινε ψίθυρος, κάτι σαν χάδι. «Τζι αν αρρωστήσω μάνα μου θέλω να μηνύσω να ‘ρτεις τριανταφυλλένη μου να σε αποσιαιρετίσω.» Και οι νότες έγιναν μουσική.  Και  έπεσαν τα λόγια μέσα μου. «Μεν φοηθείς τη μάνα σου μήτε κανέναν άλλον, μόνο τριανταφυλλένη μου πρόφτασε δίχως άλλο».   Κάθισα στον καναπέ, έγειρα το σώμα μου στο μαξιλάρι και έμεινα να ακούω. «Τζιαι ανταν τζιαι δεις τζιαι ποσπαστούν τζιαι πάσιν να με θάψουν, τες πέτρες τες ασυντυσιές κάμε τες να με κλάψουν.» Κι τα μάτια μου έτρεχαν δίχως σταματημό.
Ποιος δεν έζησε τον έρωτα,  ανάμεσα σε στοίχους τραγουδιών; Πώς να μιλήσω για τον έρωτα, που δεν έχω λόγια να τον περιγράψω; Μα και ποιος τον κατάλαβε για να τον εξηγήσει; Οι καιροί αλλάζουν, μα εκείνος παραμένει ίδιος. Αγέραστος, εγωιστής, σκληρός, παθιασμένος, απρόβλεπτος και πάντα πρωταγωνιστής. Τον γιορτάζεις ή τον πενθείς. Άλλη επιλογή δεν έχεις. «Τζιαι ανταν να με περάσουσιν από τη γειτονιά σου, εύκα κρυφά της μάνας σου τζιαι τράβα τα μαλλιά σου.» Τα μάτια μου έκαιγαν. Θυμήθηκα πως κάποτε είχε αρχίσει να σου μοιάζει. Εκείνος, ο εγωιστής. Είχε τα μάτια σου, τα μαλλιά σου, το σώμα σου, τα χείλη σου. Και σιγά σιγά μεγάλωσε και δε χώραγε πια μέσα μου. Και όσο κι αν προσπάθησα να τον συγκρατήσω, να τον μικρύνω, να τον κρύψω σε μια γωνιά μέχρι να ξεχαστείς, εκείνος μου κήρυξε πόλεμο. Και έγινες χείμαρρος αφήνοντας πίσω σου συντρίμμια. Σηκώθηκα από τον καναπέ κι συνέχισα να κόβω τα κρεμμύδια σε λεπτές φέτες και μετά σε κυβάκια. Τα μάτια μου εξακολουθούσαν να καίνε, όχι για σένα, ποτέ για σένα, τα κρεμμύδια έφταιγαν. «Τζι αν αρρωστήσω μάνα μου». Η μουσική σταμάτησε, οι κεφτέδες τσιτσίριζαν στο τηγάνι, η πόρτα του μπαλκονιού, των γειτόνων, έκλεισε κι το παράπονο μου δεν το είπα ποτέ, σε κανέναν. Ούτε σε σένα.

Η ιστορία αποτελεί προϊόν φαντασίας και οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική.

(Η «Τριανταφυλλένη» είναι ένα παραδοσιακό ποίημα της Κύπρου που μελοποιήθηκε από τον Μιχάλη Χριστοδουλίδη. Το τραγούδι αφηγείται μια ιστορία, για τον βαθύ και ανεκπλήρωτο έρωτα ενός νέου και την επιθυμία του να συναντήσει την αγαπημένη του, νιώθοντας το τέλος του να πλησιάζει. Το τραγούδι έχει ερμηνευτεί από αρκετούς καλλιτέχνες, με γνωστότερη εκτέλεση εκείνη του Αλκίνοου Ιωαννίδη.)

Μαριλένα Αχιλλέως
@achilleos_marilena
@stoa_cultura