ΚΑΒΑΦΗΣ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ Nέα ευρήματα για τον θεμελιακό ρόλο του Χρονικού του Μαχαιρά στη διαμόρφωση καβαφικών στίχων


του Μιχάλη Πιερή*

Οι μέχρι σήμερα γνώσεις μας για την πολύτροπη σχέση του Καβάφη με την Κύπρο και ειδικότερα με την «Εξήγησιν της γλυκείας Χώρας Κύπρου» του Μαχαιρά, είναι αρκετά τεκμηριωμένη από τη σκοπιά της φιλολογικής μελέτης και της παρουσίασης στοιχείων που την ορίζουν. Στο πεδίο, ωστόσο, της κριτικής και ερμηνευτικής προσέγγισης της καβαφικής ποίησης από τη σκοπιά των δημιουργικών οφειλών της στο έργο του Μαχαιρά, ελάχιστα έχουν ειπωθεί.

Στον τομέα αυτό θεμελιακή παραμένει η μελέτη του Γ. Π. Σαββίδη για τα κυπριακά ποιήματα του Σεφέρη, ιδίως εκείνων που στηρίζονται στο είδος της “χρονογραφικής” αφήγησης που εισήγαγε και καλλιέργησε ο Μαχαιράς (εξέχον δείγμα το «Ο Δαίμων της πορνείας»).  Στη σεφερολογική αυτή μελέτη ο Σαββίδης αναδεικνύει τον ενδιάμεσο ρόλο που παίζει η καβαφική ποίηση στη συγκρότηση των σεφερικών ποιημάτων για την Κύπρο.[1]

Από τη δική μου κατάθεση στο θέμα «Καβάφης και Κύπρος», ξεχωρίζει μια παλαιότερη μελέτη μου,[2] θεωρώ, ωστόσο, ως πιο σημαντικό για τις ανάγκες της σημερινής δημοσίευσης, το κείμενο «“Εχάνετον η Ρωμανία…” / “…η Ρωμανία πάρθεν”. Μαχαιράς/ Καβάφης: σκέψεις από τη μεριά της Κύπρου».[3]

Στο κείμενο αυτό παρουσιάζεται η προωθημένη εσωτερική σχέση Καβάφη – Μαχαιρά, όπως αυτή είχε κατασταλάξει στη συνείδησή μου μέσα από τη φιλολογική και δραματουργική μελέτη του συγγραφικού έργου τόσο του Μαχαιρά όσο και του Καβάφη, αλλά και μέσα από τη διδασκαλία επί σκηνής της Εξήγησις της Γλυκείας Χώρας Κύπρου, και του έργου «“Νερά της Κύπρου, της Συρίας και της Αιγύπτου”: σπουδή στον θεατρικό Καβάφη».

Υπογραμμίζεται επίσης η βαθιά συγκίνηση του Καβάφη για την «παράξενη γλώσσα» του τραπεζούντιου δημοτικού άσματος στο «Πάρθεν», σε αντιπαράθεση προς τον βαθύ καημό του για τα «ελληνικά τα βαρβαρίζοντα» εκείνων που «εξέπεσαν», «και ζουν και μιλούν βαρβαρικά, βγαλμένοι – ω συμφορά! – απ’ τον ελληνισμό» (στο «Ποσειδωνιάται»). Ο ίδιος καημός στον Μαχαιρά: «ως που και ’πήραν τον τόπο οι Λαζανιάδες, και από τότες αρκέψαν να μαθάνουν φράνγκικα, και ’βαρβαρίσαν τα ρωμαίκα, ότι εις τον κόσμον δεν ηξεύρουν ίντα συντυχάννομεν». Ο καημός για τα ελληνικά που χάνονται, ο καημός για τα ελληνικά που ξεχνιούνται: «… που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι…».

Σχολιάζεται ακόμη η «άκρα μελαγχολία» του Καβάφη μπροστά στη θέα της καταστροφής του ελληνισμού: «Λάφυρα ελληνικά· η λεία της Κορίνθου» και στοιχίζεται με τη μελαγχολία του Μαχαιρά μπροστά στην καταστροφή της Κύπρου από τις εισβολές των Σαρακηνών και Μαμελούκων Τούρκων: «…διότι ήρταν πολλές φορές και αιχμαλωτεύσαν την και ’πήραν και ανθρώπους και γυναίκες, και αιχμαλωτεύσαν όλα τα κάστρη της Κύπρου…» (D §645).

Τονίζεται, τέλος, το βασικό δίδαγμα που προκύπτει από το ήθος της γραφής τους. Η τέχνη της υπομονής και η πίστη στην ελληνική φωνή, ισοζυγιασμένη με «τις στοχαστικές προσαρμογές» και την πολιτική μελαγχολία ―αυτήν που δεν καταδέχεται μάταιες ελπίδες (Καβάφης). Μα και την πίστη στις ριζιμιές αξίες του τόπου: «… ότι το νερόν πάγει, και ο άμμος μεινίσκει, τουτέστιν οι ξένοι θέλουν πάγει, και οι τοπικοί [της Κύπρου] θέλουν μείνειν» (Μαχαιράς).

Με τα δύο νέα ευρήματα που παρουσιάζονται σήμερα εδώ, τεκμηριώνεται ότι η αφετηρία της έμπνευσης του Καβάφη σε δύο πολύ σημαντικά ποιήματά του είναι το Χρονικό του Μαχαιρά.

Το πρώτο είναι το «Επάνοδος από την Ελλάδα» όπου έχουμε ονομαστική αναφορά (στον τέταρτο στίχο) στην Κύπρο και το δεύτερο είναι το «Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας», στον οποίο οφείλει, ως γνωστό,  και ο Σεφέρης τον τίτλο τού περίπου ομότιτλου με το καβαφικό “κυπριακού” του ποιήματος: «Στα περίχωρα της Κερύνειας».[4]

Όπως έχω τεκμηριώσει στην εκτενέστερη μορφή αυτής της μελέτης,[5] η οφειλή του Καβάφη στον Μαχαιρά (και στα δύο αυτά ποιήματα) δεν περιορίζεται στο δάνειο μιας καίριας έκφρασης που κινητοποίησε την έμπνευσή του, αλλά εκτείνεται και στη σύλληψη του θεματικού τους πυρήνα.

Α. ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Αναμφίβολα, τα πιο συγκινημένα λόγια που εκφέρει ο ομιλητής σε αυτό το ποίημα, αλλά και αυτά που έχουν έναν εντελώς ιδιαίτερο χρωματισμό κι ένα ξεχωριστό σημασιολογικό βάρος, είναι οι φράσεις που περικλείνονται στο ακόλουθο τρίστιχο:

Τουλάχιστον στη θάλασσά μας πλέουμε·

νερά της Κύπρου, της Συρίας, και της Αιγύπτου,

αγαπημένα των πατρίδων μας νερά.

Η λέξη «Ελλάδα» του τίτλου («Επάνοδος από την Ελλάδα»), σκεπάζεται ως τοπωνύμιο από το τοπωνυμικό τρίπτυχο «Κύπρος, Συρία, Αίγυπτος», ιδιαίτερα που η έννοια της Ελλάδας ως πατρίδας υπονομεύεται από δύο σκοπιές. Πρώτον, από τον καθόλου εύκολο και αμφίσημο ειρωνικό τίτλο «Επάνοδος από την Ελλάδα».[6]  Και δεύτερο, διότι αυτό που προβάλλεται είναι η απομάκρυνση από την Ελλάδα, μια απομάκρυνση που όχι μόνο δεν συνδέεται με μελαγχολία (παρά μόνο σε επίπεδο υποκριτικής επίδειξης από τον Έρμιππο, τον σιωπηλό ενδοκειμενικό αποδέκτη του εκφερόμενου λόγου),[7] αλλά και προκαλεί χαρά, εκείνο το είδος χαράς που αισθάνεται κανείς όταν προσεγγίζει τις πραγματικές του «πατρίδες»: «όσο που απ’ την Ελλάδα μακρυνόμεθαν / δεν χαίροσουν και συ;»

Υπ’ αυτούς τους όρους, ο πιο σημαντικός στίχος του ποιήματος είναι κατά την κρίση μου ο τέταρτος στίχος,

Νερά της Κύπρου, της Συρίας, και της Αιγύπτου που ούτως ή άλλως είναι ο στίχος που τονίζεται περισσότερο, καθώς είναι αυτός που οδηγεί στο κρεσέντο του ποιήματος που το έχουμε στο τρίστιχο του τέλους (στ. 27-29).

Το αίμα της Συρίας και της Αιγύπτου

που ρέει μες στες φλέβες μας να μη ντραπούμε,

να το τιμήσουμε και να το καυχηθούμε.

Όπως βλέπουμε, το δεύτερο ημιστίχιο του 4ου στίχου (της Συρίας και της Αιγύπτου), στην αρχή του ποιήματος, επαναλαμβάνεται αυτούσιο στον 27ο στίχο (στο τέλος του ποιήματος). Το δε τμήμα του τέταρτου στίχου που παραλείπεται σε αυτή τη μετακίνηση ή καλύτερα που μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο, είναι το πρώτο ημιστίχιο («νερά της Κύπρου») που τη θέση του παίρνει στην έξοδο του ποιήματος η φράση «Το αίμα».  Επομένως η ποιητική φράση «νερά της Κύπρου» είναι καθοριστικής σημασίας για την ποιητική και ιδεολογική συγκρότηση αυτού του ποιήματος.

Αυτό όμως οδηγεί στο πιο κρίσιμο και πιο σημαντικό ερώτημα. Από πού γονιμοποιήθηκε η έμπνευση του Καβάφη, ή ακόμη πιο πολύ, πού βρήκε την κρίσιμη φράση «Νερά της Κύπρου»; Και πώς σκέφτηκε να τη συνδέσει με τον ανθρωπογεωγραφικό χώρο που ορίζεται από την τριγωνική σχέση «Κύπρου, Συρίας και Αιγύπτου».

Μια προσεκτική εξέταση εκείνου του κορυφαίου έργου της κυπριακής γραμματείας που εμπεριέχει στον τίτλο του τη λέξη «Κύπρος» (αναφέρομαι φυσικά στο Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου), και για το οποίο διαθέτουμε απτά τεκμήρια ότι ο Καβάφης το διάβαζε με προσοχή,[8] μας δίνει την απάντηση.

Σε όλο το μήκος της αφήγησής του ο Μαχαιράς ποτέ δεν ορίζει το θαλάσσιο χώρο της Κύπρου ως «θάλασσα της Κύπρου», αλλά ως «νερά της Κύπρου» και μάλιστα συχνά-πυκνά οι αναφορές του σ’ αυτόν συνδυάζονται με αναφορές στον ευρύτερο ανθρωπογεωγραφικό χώρο που τον ορίζουν οι πολιτικές, πολεμικές, οικονομικές και πολιτισμικές, φανερές ή και υπόγειες, σχέσεις της Κύπρου με τη Συρία και την Αίγυπτο.

Ιδού τα χωρία του Μαχαιρά μέσα στα οποία συναντούμε αυτούσια την κρίσιμη φράση που προκάλεσε στον Καβάφη εκείνη την ισχυρή συγκίνηση που τον οδήγησε στη δημιουργία ενός πρωτοποριακού ποιητικού χώρου: την εν κινήσει δράση κατά τη διάρκεια ενός θαλάσσιου ταξιδιού:

α) Τν ατν χροναν λθαν ες τ νερ τς Κπρου βʹ κτεργα το Λουκν το Κατελνου δι ν κουρσψουν, κα πραν πολλ καράβια κυπριτικα· (D §103)

β) κα ρτεν γυρεγοντα τ καρβιν, κα πεσθην ες τν Κπρον παντχοντα ν τν ερ ες τν  μχουστον, ες τ νερ τς Κπρου. (D §584)

Β. ΕΙΣ ΤΑ ΠΕΡΙΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ

Το δεύτερο εύρημα που τεκμηριώνει τη δραστική επενέργεια του Χρονικού του Μαχαιρά στην ποιητική συνείδηση του Καβάφη αφορά στο τελευταίο ποίημα που πρόφτασε να ολοκληρώσει ο αλεξανδρινός ποιητής.

Ξεκινώ από το πιο εύκολο κι όμως επί τόσα χρόνια κρυμμένο. Το γεγονός ότι η καίρια φράση του τίτλου «Εις τα περίχωρα…» έρχεται απευθείας από τον Μαχαιρά ―τη συναντούμε αυτούσια στην «Εξήγηση της γλυκείας χώρας Κύπρου» σε συμφραζόμενα θρησκευτικής (κι εδώ) διαμάχης: Κα λγος βγκεν ες τ περχωρα. Τα περίχωρα του Μαχαιρά είναι αυτά των Λευκάρων και της Λευκωσίας, του Καβάφη είναι της Αντιόχειας, του Σεφέρη της Κερύνειας.

Το πιο ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι ότι όσο μελετάς την ιστορία του Μαχαιρά που λήγει με την επίμαχη φράση («Και ο λόγος εβγήκεν εις τα περίχωρα»), τόσο αντιλαμβάνεσαι ότι αυτή συγγενεύει, πέρα από τον τίτλο και με το σενάριο του ποιήματος του Καβάφη (όχι με αυτ;o του Σεφέρη που η συγγένεια περιορίζεται στον τίτλο).

Το θέμα του καβαφικού ποιήματος αφορά σε μια θρησκευτική διαμάχη ανάμεσα στους εθνικούς και τους χριστιανούς της Αντιόχειας ως προς το ποιος είναι ο «ψευτοθεός», αυτός των Χριστιανών (που τον εκπροσωπεί ο Άγιος Βαβύλας) ή αυτός των Εθνικών που τον εκπροσωπεί ο Απόλλων. Σημειώνω μάλιστα  ότι το τοπωνύμιο Αντιόχεια του τίτλου, μας δίνει ένα ακόμη στοιχείο που μπορεί να συνδεθεί με άλλο ποίημα του Καβάφη. Στο κλείσιμο της ιστορίας του Μαχαιρά για τον Γεώργιο, βλέπουμε να παίζει ρόλο ο πατριάρχης της Αντιοχείας:

«Τν καιρν κενον ερθην ες τν Κπρον πατριρχης τς ντιοχεας, νματι γντιος» (D §77).

Το όνομα «Ιγνάτιος» (και μάλιστα συνδεδεμένο με την χριστιανική πίστη), δεν μπορεί να άφησε αδιάφορο τον Καβάφη. Με βάση τη γνωστή αναγνωστική του μέθοδο, το αποταμίευσε και το αξιοποίησε σ’ ένα από τα πιο συγκινητικά «ταφικά» του ποιήματα: το «Ιγνατίου Τάφος».

Ως προς την ιστορία του Γεωργίου, ενός «παιδίου» βοσκού, που με βάση τα οράματά του θα ανευρεθεί ο κλεμμένος απ’ τους λατίνους ιερός σταυρός που έφερε η Αγία Ελένη στην Κύπρο, θα πρέπει να μελετήσει κανείς ολόκληρη την ιστορία αυτή που εκτείνεται σε δέκα παραγράφους (D §67-77) στην έκδοση του Dawkins,[9] για να συλλάβει όλα τα επίπεδα της υπόγειας σχέση του καβαφικού ποιήματος με το κείμενο του Κύπριου χρονογράφου. Εδώ θα παραθέσω, κλείνοντας, μόνο την περικοπή στην οποία περιέχεται η επίμαχη φράση Κα λγος βγκεν ες τ περχωρα η οποία πιστεύω ότι αποτελεί μία από τις κύριες πηγές έμπνευσης του Καβάφη για τη σύνθεση του ποιήματος «Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας», αλλά και μέσω αυτού για τον τίτλο του σεφερικού ποιήματος «Στα περίχωρα της Κερύνειας»:

  • 72 λας τοιμα πασε νερν κα ξιναρα κα λθα ν᾿ γιτισουν τ δεντρν, κα μν γιν κα περτου ζημα· κα σον ρταν θωρον τ λαμπρν· νταν ρταν κοντ, ττες σκσαν μσα τν κερατζαν μ τ ξινριν, κα νοιξεν λλγον κερατζα, κα παρατα βγκεν μυρδα, ς γοιν τν μοσκον. παιδος θεωρε τν σταυρν κ᾿ βαλεν φωνν μεγλα: «Τρα τελεισαν τ ᾿ρματ μου· ᾿δτε τν σταυρν τον κυρου!» Κα βλλει τ χριν του κα πιννει τν ζωοποιν σταυρν. Κα παρατα πιννουν τον ο ερες, κα παρατα γιναν ιβʹ στενες π πολλς στνειες, πο εχαν λαμπαχον, λλοι που πηγανναν αμαν, στραβο, λωρο, κα λλοι. Κα λγος βγκεν ες τ περχωρα.

__________________________________

  •  Ο Μιχάλης Πιερής είναι ποιητής, νεοελληνιστής και Επίτιμος

Διευθυντής του Πολιτιστικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Κύπρου

[1] Βλ. Γ. Π. Σαββίδης, Μια περιδιάβαση. Σχόλια στο …Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν… του Γιώργου Σεφέρη (Αθήνα 1962) 85-86.  [Ανατύπωση από τον τόμο Για τον Σεφέρη. Τιμητικό αφιέρωμα στα τριάντα χρόνια της Στροφής, Αθήνα 1961]. Βλ. επίσης Νάσος Βαγενάς, Ο ποιητής κι ο χορευτής. Μια εξέταση της ποιητικής και της ποίησης του Σεφέρη (Κέδρος 1979) 216-245 και Δ. Ν. Μαρωνίτης, «Μύθος και ιστορία στο Ημερολόγιο καταστρώματος Γ’». Στου ιδίου,  Πίσω-Μπρος. Προτάσεις και υποθέσεις για τη νεοελληνική ποίηση και πεζογραφία (Στιγμή, Αθήνα 1986) 91-105.

[2] Βλ. Μιχάλης Πιερής, «Ο Καβάφης και η Κύπρος». Παρουσιάστηκε ως ανακοίνωση στο Β’ Κυπρολογικό Συνέδριο που έγινε στη Λευκωσία τον Απρίλιο του 1982, και δημοσιεύτηκε σε μιαν εμπλουτισμένη και σαφώς εκτενέστερη μορφή στο περ. Ο Κύκλος, αρ. 19-20 (Λάρνακα, Γενάρης-Απρίλης 1986) 3-71 και αργότερα εντάχθηκε στο βιβλίο μου Από το μερτικόν της Κύπρου (Καστανιώτης, Αθήνα 1991) 49-142.

[3] Δημοσιεύτηκε στον τόμο Κ. Π. Καβάφης. Ημερολόγιο 2001, επιμ. Κατερίνα Κωστίου (Εκδόσεις Διάμετρος 2001) 274-278.

[4] Βλ. Γ. Π. Σαββίδης, ό.π., σ. 71. Βλ. και Νάσος Βαγενάς, Ο ποιητής και ο χορευτής. Μια εξέταση της ποιητικής και της ποίησης του Σεφέρη (Κέδρος, Αθήνα 1979) 243.

[5]  Η πλήρης μορφή αυτής της μελέτης έχει ενταχθεί στο βιβλίο μου Μελέτες για τον Λεόντιο Μαχαιρά και άλλα κυπριολογικά κείμενα,  που θα εκδοθεί προσεχώς στην Αθήνα από το Μ.Ι.Ε.Τ. Μιαν εκτενέστερη μορφή από αυτήν εδώ, ο αναγνώστης μπορεί να τη δει στην ιστοσελίδα μου στην Academia (https://independent.academia.edu/MichaelPieris).

[6] Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχουν αρκετές άστοχες μεταφράσεις του τίτλου αυτού στις οποίες χάνεται το ακριβές νόημά του, που δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι η λέξη «επάνοδος» δεν σημαίνει «return» αλλά «return back home».  Βλ. π.χ. «Return from Greece» (Rae Dalven, Memas Kolaitis, Theoharis C. Theoharis). Από την άλλη, ορθά μεταφράζουν οι Edmund Keeley και Philip Sherrard (Going Back Home from Greece), o George Economou («Returning Home from Greece») και ο Daniel Mendelson («Homecoming from Greece»).

[7] Βλ. Diskin Clay, «Τhe Silence of Hermippos: Greece in the Poetry of Cavafy», Byzantine and Modern Greek Studies 3 (1977) 95-116.

[8] Το πιο απτό τεκμήριο αυτών των συστηματικών αναγνώσεων του Χρονικού του Μαχαιρά από τον Καβάφη, αποτελούν τα λήμματα με αποδελτιώσεις από το Χρονικό στο Λεξικό του των παραθεμάτων. Κ. Π. Καβάφη, Το Λεξικό παραθεμάτων , φιλολογική επιμέλεια Μιχάλης Πιερής (Ίκαρος, Αθήνα 2015).

[9] Βλ. R. M.Dawkins: Leontios Machairas, Recital concerning the Sweet Land of Cyprus, entitled “Chtonicle”, Oxford at the Clarendon Press 1932, τ. Α’. Oι βραχυγραφημένες παραπομπές που συνοδεύουν τα παραθέματα, παραπέμπουν στις αριθμημένες παραγράφους της έκδοσης αυτής.